Ήτανε μεσημέρι ήτανε σαν γιορτή
Έπεφτε ένα σκοτάδι θόρυβος η σιωπή
Κόσμος να διασκεδάζει κόσμος λιμοκτονεί
Ζωή να μας κουράζει η πόλη μας γυμνή
Στάθηκες στο φανάρι κλείστηκες στην αυλή
Ένιωσες πρωτοβρόχι πήγες για το νησί
Λασπώσανε οι μνήμες παιδιά που δεν γελούν
Ήρθε το καλοκαίρι τα άστρα θα ξαναβγούν
Γλίστρησες στη βιασύνη βρέθηκες στο κενό
Σε μια στιγμή ο κόσμος η μοίρα σου βουνό
Όποιος όμως ελπίζει θαύμα σαν προσδοκά
Τη θέληση λυγίζει Σισύφεια δεσμά
Θα 'ρθω στον έρωτα σου θα 'ρθω για να σε βρώ
Φτερά τα όνειρα σου χαρτί ζωγραφιστό
Αγγίζω τα μαλλιά σου κι ο πόνος μου γελά
Στα μάτια στην καρδιά σου φωλιάζει μια φωτιά
This poem has not been translated into any other language yet.
I would like to translate this poem
Ωραίο ποίημα. Μπράβο!